5.1 Περιβαλλοντικές συνέπειες

Οι ηφαιστειακές εκρήξεις ενδέχεται να έχουν πολύ αρνητικές συνέπειες στο περιβάλλον. Μπορούν να προκαλέσουν μεγάλη περιβαλλοντική καταστροφή καθώς οι ροές λάβας και τα πυροκλαστικά υλικά καλύπτουν μεγάλα τεμάχια φυσικού περιβάλλοντος, καταστρέφοντάς τα για δεκαετίες.

Επιπλέον, τα τοξικά αέρια που εκπέμπονται κατά την έντονη δραστηριότητα ενδέχεται να έχουν επιπλέον επίδραση και πιο συγκεκριμένα το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται από τα ηφαίστεια μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στην αύξηση του φαινομένου του θερμοκηπίου.

Τα αέρια που εκπέμπονται αποτελούνται κυρίως από υδρατμούς (H2O), διοξείδιο του άνθρακα (CO2) και διοξείδιο του θείου (SO2) και από άλλα αέρια τα οποία συναντούμε συνήθως στην ηφαιστειακή στάχτη όπως το υδρόθειο (H2S), το υδροχλώριο (HCl) το οποίο γίνεται υδροχλωρικό οξύ όταν έρθει σε επαφή με υγρασία), το υδροφθόριο (HF) και το μονοξείδιο του άνθρακα (CO).

Πιο συγκεκριμένα, το διοξείδιο του θείου μετατρέπεται στην στρατόσφαιρα σε αερόλυμα θείου, το οποίο αντικατοπτρίζει την ηλιακή ακτινοβολία αλλά συμμετέχει επίσης και σε χημικές αντιδράσεις από τις οποίες παράγεται ένα υλικό καταστροφικό για το όζον, επηρεάζοντας το κλίμα και παράγοντας όξινη βροχή.

Τυπικό παράδειγμα ηφαιστειακής έκρηξης η οποία προκάλεσε ουσιώδεις περιβαλλοντικές ζημιές είναι η έκρηξη του 1991 του Mount Pinatubo (90 χιλ. βορειοδυτικά της Μανίλας στις Φιλιππίνες), η δεύτερη μεγαλύτερη ηφαιστειακή έκρηξη του εικοστού αιώνα