1.1 Περισσότερες πληροφορίες για τη Ξηρασία

Η ξηρασία είναι ένα μέγιστος φυσικός κίνδυνος που συνδέεται με μακροπρόθεσμες κλιματικές ανωμαλίες.

Εμφανίζεται από την απαλλαγή της υγρασίας του εδάφους, με άλλα λόγια με μια μείωση της υδρολογικής του δυνατότητας που απορρέει από μια βροχομετρική ανεπάρκεια (Lefèvre και Schneider, 2003).

Οι ερημικές περιοχές υπόκεινται σε οιονεί μόνιμη ξηρασία λόγω της παρουσίας υποτροπικών υψηλών πιέσεων. Η ζώνη του Σαχέλ (Μαυριτανία, Σενεγάλη, Νίγηρας, Τσαντ, και Κοτ Ντ’ Ιβουάρ) υπόκειται σε ολοένα και συχνότερη αραίωση της βροχόπτωσης από το 1968 μέχρι σήμερα.

Ασφαλώς, τα διαδοχικά χρόνια ξηρασίας διακόπτονται από μια επιστροφή στα κανονικά επίπεδα (χρόνος 1 μέχρι 2) κατά καιρούς αλλά η υδρική ανεπάρκεια εμμένει με περιόδους αποκορυφώματος (73/77/82…).

Όντως, τα μέτρα που λήφθηκαν στα πειραματικά πεδία της Σενεγάλης και της Μαυριτανίας υποδεικνύουν ότι από το 1968, οι ισόβροχοι 300/400 mm δεν είναι αναγκαίοι από 100 στα 200χλμ νότια σε περίοδο 15 χρόνων (από 75 στα 90) και κανένας χρόνος δεν ήταν πλεοναστικός (Sircoulon, on 1992)
Στον τομέα της γεωργίας δια βροχής στη Σενεγάλη, καταγράφουμε μια ξεκάθαρη μείωση παραγωγής αραχίδων λόγω της συντόμευσης της διάρκειας της εποχής βροχοπτώσεων και της ολοένα και πιο συχνής εμφάνισης άγονων περιοχών κατά την καλλιέργεια.

Εντούτοις, στο Σαχέλ, η ξηρασία οδηγεί στη δημιουργία λιμών, συγκρούσεων, ξενιτεμών και θνησιμότητας (200 000 πέθαναν το 1973 μόνο όταν η ξηρασία έφτασε στο αποκορύφωμα της).
Οι Μεσογειακές χώρες επίσης αντιμετωπίζουν πολύμηνες ξηρασίες στη Νότια όχθη (4 μήνες στην Τύνιδα και το Αλγέρι, 7 μήνες στην Αλεξάνδρεια) και σε λιγότερο βαθμό στις Βόρειες όχθες (2 μήνες στην Βαρκελώνη και 3 μήνες στην Κωνσταντινούπολη) με την εξαίρεση στα Νότια της Ισπανίας (Drain, 2006) που αντιμετωπίζουν ήδη λειψυδρίες (Margat, 1990).

Η πολυετής ξηρότητα εμφανίζεται επίσης και στην περιοχή της Μεσογείου. Εξάλλου, η πτώση στις γεωργικές παραγωγές (ειδικά στα δημητριακά) και οι ξηρασίες της περιόδου 1990-1999 είναι επίσης η αιτία της σήψης του κέδρου στην οροσειρά του ΑΤΛΑΝΤΑ στην Αλγερία και στο Μαρόκο (Halitim, 2006).
Στην Ευρώπη, η σήψη των δασών που έπεται των διαδοχικών επεισοδίων ξηρασίας μεταξύ του 1947 και 1976 είναι επίσης σχετικά σημαντική. Στη Γαλλία, η ξηρασία από το 1989 μέχρι το 1992 έθεσε τον κίνδυνο αποξήρανσης των ρυακιών (11000χλμ), μείωσης στις γεωργικές παραγωγές (ειδικά εκείνων του Μάη) και αύξησης των πυρκαγιών τεύτλων ειδικά στη Νοτιότερη ζώνη (Lefèvre και Schneider, 2003).
Σύμφωνα με τους ίδιους συγγραφείς, η ξηρότητα μπορεί να οδηγήσει τις ανωμαλίες στο επίπεδο των κατασκευών παραπέρα σε αφυδατώσεις των υπόγειων αργίλων.

Εντούτοις, η διαφορά βροχόπτωσης μεταξύ της Νότιας και Βόρειας Σαχάρας είναι πολύ έντονη, λόγω του ότι στη Μεσογειακή περιφέρεια, αν εξαιρέσουμε την καλοκαιρινή ξηρότητα, την υπόλοιπη χρονιά συναντούμε κάποιες σημαντικές βροχές (350 σε 750m). Παρά το πολύ διαφορετικό βροχομετρικό σύστημα, μπορούμε να διακρίνουμε κάποια κοινά κριτήρια σε αυτά τα άγονα κλίματα:
– Η Παγκόσμια ανικανότητα της βροχόπτωσης εν όψει της πιθανής εξάτμισης.
– Μια έκδηλη υπερετήσια ανωμαλία.
– Τα στιγμιαία πλεονάσματα νερού ακόμα και στην περιφέρεια του Σαχέλ (SIRCOULON, 1992)-

Τι αποτελεί ένα μέγιστο περιορισμό για την βιολογική ανάπτυξη και απειλή για τη γεωργία, ο κοινωνικοοικονομικός αντίκτυπος των οποίων είναι ελαφρώς πιο έντονος σε εκείνες τις περιοχές του κόσμου όπου ο περισσότερος πληθυσμός συνδέεται αυστηρά με τη γεωργία παραγωγής τροφίμων και/ή την πρακτική αναπαραγωγής ζώων όπως το Σαχέλ;

Η ξηρασία αποτελεί επίσης παράγοντα υποβάθμισης των φυσικών πόρων όπως η βλάστηση, οι ποιμενικές διαδρομές και τα εδάφη, τονίζοντας επομένως τη διαδικασία απερήμωσης. Για την ακρίβεια, και η ξηρασία και η απερήμωση είναι εξαρτώμενα φαινόμενα. Επομένως, η Σύμβαση για την Καταπολέμηση της Απερήμωσης ενθάρρυνε τις χώρες του κόσμου να αρχίσουν την ταυτόχρονη καταπολέμηση της απερήμωσης και των επιδράσεων της ξηρασίας (OSS: Παρατηρητήριο Σαχάρας και Σαχέλ).